Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

Μόχλευση και Απομόχλευση

Από το καλοκαίρι του 2007 μέχρι σήμερα, οι παγκόσμιες οικονομίες βρίσκονται στη δίνη μιας άνευ προηγουμένου κρίσης χρέους. Αν και έχουν γίνει εκατομμύρια συζητήσεις για το πρόβλημα του χρέους, σπανίως επισημαίνεται το εξής πολύ απλό: ότι στην ουσία του το χρέος δεν είναι παρά μεταφορά κατανάλωσης από το μέλλον στο παρόν. Με τις χρηματαγορές να λειτουργούν ως μια ιδιότυπη χρηματοοικονομική μηχανή του χρόνου. Γίνεται λοιπόν σαφές ότι η κρίση ήταν αναπόφευκτη και ως ένα σημείο μηχανισμός αυτοάμυνας του συστήματος, διότι αν δεν επισυνέβαινε τότε οι σημερινές αδηφάγες γενιές θα είχαν ξεπαστρέψει με ευκολία κάθε πόρο του πλανήτη, μην αφήνοντας ούτε ψίχουλο για τους επόμενους.

Είναι φανερό λοιπόν ότι αφού ο υπερβολικός δανεισμός είναι η αιτία, η απόμοχλευση είναι η φυσιολογική και αναπόφευκτη διέξοδος. Πως μπορεί να επιτευχθεί;


α) Οικονομική ανάπτυξη. Αν ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ είναι υψηλότερος από τα επιτόκια τότε το προϊόν αυξάνεται ταχύτερα του χρέους με αποτέλεσμα τη σχετική σμίκρυνση του τελευταίου.

β) Περικοπές δαπανών και λιτότητα με σκοπό τη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων που θα αποπληρώσουν το χρέος.

γ) Πληθωρισμός. Η άνοδος των τιμών λειτουργεί σαν έμμεσο “haircut” του χρέους, αν τα πραγματικά επιτόκια (πραγματικό επιτόκιο=ονομαστικό επιτόκιο-πληθωρισμός)

δ) Αναδιαρθρώσεις χρέους κάθε μορφής και είδους.

Το α) μάλλον πρέπει να το ξεχάσουμε για αρκετό καιρό. Το β) μου φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο να λειτουργήσει. Από ιστορικής απόψεως, είχα διαβάσει σε πρόσφατο άρθρο, το μόνο κράτος που κατάφερε συστηματικά να μειώσει το χρέος του μέσω πρωτογενών πλεονασμάτων ήταν η Βρετανική Αυτοκρατορία την περίοδο της βιομηχανικής επανάστασης…

Το γ) είναι μια λύση που έχω υποστηρίξει πολλές φορές στο παρελθόν, όμως πλέον αντιλαμβάνομαι τις δυσκολίες της. Το πόσο καλά θα λειτουργήσει εξαρτάται από τη χρονική διάρθρωση του χρέους. Αν το χρέος είναι μακροπρόθεσμο τότε μπορείς να εγκλωβίσεις τους ομολογιούχους σε αρνητικά πραγματικά επιτόκια και να τους μαδήσεις σιγά σιγά. Αν όμως το χρέος είναι βραχυπρόθεσμο τότε πρέπει να ανανεώνεται συνεχώς, όπερ εστί υψηλότερα επιτόκια.

Το δ) συνιστά μια διελκυστίνδα μεταξύ δανειστών και δανειζόμενων. Ένα bras de fer στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Έχει γραφτεί ότι η αναδιαπραγμάτευση του χρέους τραυματίζει ανεπανόρθωτα την αφερεγγυότητα του δανειζόμενου, με αποτέλεσμα να δανείζεται στο μέλλον με εξαιρετικά απεχθής όρους. Νομίζω ότι ο κίνδυνος αυτός έχει μεγαλοποιηθεί. Οι αγορές έχουν αποδείξει ότι δεν έχουν ισχυρή μνήμη και υπό το θέλγητρο του κέρδους, ξεχνούν εύκολο το αμαρτωλό παρελθόν. Οι νέοι ομολογιούχοι θα εξετάσουν τις νέες δυνατότητες αποπληρωμής του δανειζόμενου και όχι πως αυτές επετεύχθησαν.

Το μεγαλύτερο εμπόδιο για την υιοθέτηση μιας τέτοιας λύσης, κατά τη γνώμη μου, είναι πολιτικό, αφού οι ομολογιούχοι δεν είναι τίποτε παππούδες και γιαγιάδες όπως στο παρελθόν που μπορείς εύκολα να τους ξεγελάσεις. Είναι πανίσχυροι θεσμικοί που έχουν τη δύναμη και τις διασυνδέσεις να επιβάλλουν τη θέληση τους μέσω του πολιτικού συστήματος.

Με τον έναν η με τον άλλο τρόπο, το σύστημα θα πρέπει να απομοχλευθεί. Το πόσο χρονικό διάστημα θα κρατήσει αυτή η διαδικασία είναι δύσκολο να αποφανθεί κανείς, στο κάτω κάτω της γραφής εξαρτάται από συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις που είτε θα παρθούν, είτε δεν θα παρθούν. Αν οι κυβερνώντες αποφασίσουν να προστατεύσουν πάση θυσία τα συμφέροντα των πιστωτών εις βάρος της ευρύτερης ευημερίας, δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά για αυτό.

Το σίγουρο είναι ένα, ότι αν το χρέος (ιδιωτικό και δημόσιο) δεν υποχωρήσει σε σχετικούς όρους (δηλαδή ως προς το προϊόν) σε αρκετά χαμηλότερα επίπεδα δεν μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη σε υγιή βάση.

Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010

Περί παραγώγων και άλλων δαιμονίων

Πρόσφατα εξέφρασα την άποψη ότι θα επιθυμούσα ουσιαστικούς περιορισμούς (και σε ορισμένες περιπτώσεις πλήρη κατάργηση) αρκετών από τα σύγχρονα και περίπλοκα χρηματοοικονομικά παράγωγα. Αν και κάπως υπερβολική σαν γνώμη, θα ήθελα στις επόμενες γραμμές να την υπερασπιστώ.


Ο αρχικός σχεδιασμός των παραγώγων είχε ως σκοπό να ικανοποιήσει μια συγκεκριμένη ανάγκη. Την προστασία των επενδυτών έναντι στην ολοένα και πιο έντονη μεταβλητότητα των αγορών που ξεκίνησε να παρατηρείτε από τη δεκαετία του ’70 και ύστερα. Η λογική αυτών των χρηματοοικονομικών εργαλείων παρόλη την τεχνική τους πολυπλοκότητα είναι κατά βάση απλή: μια long θέση σε κάποιο περιουσιακό στοιχείο μπορεί να αντισταθμιστεί από μια επιπρόσθετη short θέση με σκοπό την ουδετεροποίηση του κινδύνου. Μέχρι αυτό το σημείο, βλέπουμε μια ξεκάθαρη οικονομική χρησιμότητα. Διότι, όσο οι traders των αγορών λατρεύουν τη μεταβλητότητα (συνεπάγεται και δυνατότητα υψηλών και γρήγορων κερδών), τόσο τη σιχαίνονται οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές και ακόμα περισσότερο οι επενδυτές της πραγματικής οικονομίας. Και αυτό διότι για τους τελευταίους είναι πάρα πολύ σημαντικό να γνωρίζουν –στο μέτρο του δυνατού- τις μελλοντικές καθαρές ταμειακές ροές μιας επένδυσης προκειμένου να αποφασίσουν αν θα αναλάβουν το project ή όχι. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι αεροπορικές. Μπορεί να γίνουν διεξοδικές αναλύσεις της μελλοντικής ζήτησης μιας αγοράς, να καταρτιστεί ένα πολύ καλό business plan, να βρεθούν γραμμές χρηματοδότησης και τελικά μια απότομη (και μη αναμενόμενη) άνοδο της τιμής του πετρελαίου να τα τινάξει όλα στον αέρα. Στο βαθμό λοιπόν που τα χρηματοοικονομικά προϊόντα μπορούν να υποβοηθήσουν τις επενδύσεις της πραγματικής οικονομίας, μειώνοντας την αβεβαιότητα του οικονομικού περιβάλλοντος είναι χρήσιμα και συμβάλλουν στην οικονομική αποτελεσματικότητα. Αλλά μέχρι εκεί.

Τίθεται λοιπόν το ερώτημα, τι ποσοστό των συναλλαγών αφορά πραγματική αντιστάθμιση κινδύνου και τι καθαρή κερδοσκοπία; Παρόλο που δεν έχω υπόψη μου κάποια εμπειρική μελέτη που να δίνει μια ποσοτική απάντηση στο ερώτημα, διαισθητικά θα έλεγα ότι η πλάστιγγα γέρνει υπέρ της κερδοσκοπίας. Και αν πράγματι είναι έτσι, τότε μήπως μέρος της παρατηρούμενης μεταβλητότητας των πρωτογενών αγορών, οφείλεται στις δευτερογενείς αγορές; Αν η απάντηση είναι καταφατική, τότε βρισκόμαστε μπροστά σε ένα εντυπωσιακό παράδοξο: τα ίδια χρηματοοικονομικά εργαλεία που σχεδιάστηκαν για να προστατεύουν από τη μεταβλητότητα, είναι αυτά που την παράγουν κιόλας!

Ας επιστρέψουμε στο θέμα της κερδοσκοπίας. Θα αναρωτηθεί κανείς ευλόγα, είναι κακό πράγμα για τις αγορές η κερδοσκοπία; Όταν αγοράζεις μια μετοχή και την πουλάς ύστερα από λίγες ώρες, περί κερδοσκοπίας δεν πρόκειται; Στο κάτω κάτω της γραφής το κυνήγι του κέρδους είναι αναπόσπαστο κομμάτι των αγορών, όχι κάτι ξένο και επικίνδυνο προς αυτές. Ένας ισχυρισμός που ισχύει τόσο για το μακροπρόθεσμο κέρδος (που βέβαια πρόκειται για τη πεμπτουσία των αγορών), όσο και για το βραχυπρόθεσμο κέρδος που στο βαθμό που εφοδιάζει τις αγορές με ρευστότητα είναι επίσης χρήσιμο. Δεν είναι λοιπόν το πρόβλημα αυτή καθαυτή η κερδοσκοπία, αλλά η περιττή και άσκοπη μεταβλητότητα που σε τελική ανάλυση αποτελεί τροχοπέδη της οικονομικής ανάπτυξης και των αληθινών αγορών.

Ας ολοκληρώσω με ένα ηθικό ζήτημα που εγείρεται που παρουσιάζει δύο ευδιάκριτες πτυχές. Θα το προσεγγίσω με ένα υποθετικό ερώτημα. Πως θα σου φαινόταν λοιπόν εσένα αναγνώστη αν εγώ έκανα μια ασφάλεια ζωής όχι για τη δική μου ζωή, αλλά για τη δική σου; Ναι, για τη δική σου. Γιατί, τώρα τελευταία σε βλέπω ολίγον τι χλωμό και αδύνατο και εικάζω ότι μπορεί να έχεις κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. Αν είμαι τυχερός μπορεί να έχεις καρκίνο και να γίνω πλούσιος… Αλλά υπάρχει ακόμα χειρότερο από το να εύχομαι το θάνατο σου (και εδώ μετακινούμαστε στη δεύτερη πτυχή), να τον προκαλέσω. Ακούγεται κάπως ακραίο, όμως το κίνητρο υπάρχει και σίγουρα έχουν γίνει δολοφονίες για πολύ πιο ασήμαντους λόγους. Κάπως ανατριχιαστικό δεν είναι; Λοιπόν, ας μου εξηγήσει κάποιος ποια είναι η διαφορά του παραδείγματος που έδωσα με τα naked credit default swaps (επί της ουσίας, ασφάλειες κρατικών ομολόγων που όμως δεν απαιτείται να έχεις το πρωτογενές περιουσιακό στοιχείο στην κατοχή σου, δηλαδή το κρατικό ομόλογο) που από ότι διαβάζω αποτελούν πάνω από το 80% των συναλλαγών της εν λόγω αγοράς;

Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2010

Τα πρόβατα μπήκαν στο μαντρί

Ανεξάρτητα από τις βλαχομαγκιές και τα ψευτονταηλίκια των νεοκαφενέδων, η ουσία είναι ίδια και απαράλλαχτη. Μαγκιά στα λόγια, κλανιά στις κάλπες. Έτσι λοιπόν τα πρόβατα μπήκαν πάλι στο μαντρί και, μεταξύ μας, σε πιθανές εθνικές εκλογές η συσπείρωση των μεγάλων κομμάτων θα ήταν ασφαλώς ισχυρότερη.

Όχι ότι είναι κακό αυτό αναγκαστικά. Όπως ακούστηκε ότι είπε ο εξαφανισμένος πρώην πρωθυπουργός μασουλώντας κάτι παϊδάκια: το μνημόνιο είναι ένα αναγκαίο κακό. Σαφώς, είναι αναγκαίο κακό το μνημόνιο χοντρέ, όπως είναι αναγκαίο κακό και όλοι αυτοί που με μαθηματική ακρίβεια μας οδήγησαν σε αυτό.

Όλα καλά λοιπόν και με μια έντονη ανοδική συνεδρίαση για το χρηματιστήριο σήμερα, αλλά το χειρότερο είναι που από αύριο θα πρέπει να τρώμε πάλι στη μάπα όλα αυτά τα καθημερινά αντι-μνημονιακά προβατάκια που αρέσκονται να υποδύονται τους λέοντες.

Πάμε ξανά:

"Στα καφενεία, στα blogs, στα fora είμαστε όλοι μάγκες. Τώρα πως γίνεται μια χώρα η οποία απαρτίζεται από μάγκες να την κυβερνούν δάγκες..εσείς να μου πείτε. Διότι, αν μη τι άλλο είναι λογικό: οι μάγκες να ψηφίζουν μάγκες. Πως το είχε πει ο Ταμερλάνος; "Κάθε λαός έχει τους ηγέτες που του αξίζουν".

Διαβάζω λοιπόν τον ένα να γράφει: να αρχίσουμε στις σφαλιάρες τον Τόμσεν (μάλιστα μπορούμε να επιστρατεύσουμε την Αθήνη για αυτό το εγχείρημα που έχει και πρότερη εμπειρία), άλλος λέει να το γυρίσουμε σε δραχμούλες να μην έχουμε κανένα βρωμιάρη ανάγκη, ένας τρίτος πιο ψαγμένος λέει το Αιγαίο είναι τίγκα στο πετρέλαιο, να το εξορύξουμε και λύσαμε όλα μας τα προβλήματα (βρε καψερέ, εδώ αιολικά πάρκα πήγανε να φτιάξουν στα νησιά και έγινε το έλα να δεις και εσύ μου λες να φτιάξεις πετρελαιοπηγές και πετρελαιοφόρα να περνάνε ανοιχτά της Ψαρούς;). Άλλοι τα έχουν πάρει με τις τράπεζες, δεν έπρεπε λέει να τους "χαρίσουν" λεφτά. Να πάνε να απαυτωθούν οι βρωμοτραπεζίτες. Βρε μαζί σου, αλλά αν κινδύνευαν οι καταθέσεις σου, θα ήσουν ο πρώτος που θα κλαιγόταν. Λέω ψέμματα;

Η όλη υπόθεση μου θυμίζει την περίοδο των Ιμίων που όλοι ωρυόντουσαν για τη δειλία εκείνου του Σημιτάκου που ξεφτίλισε τη χώρα. Μωρε δίκιο είχαν, αλλά όταν έρχεται η ώρα να πάνε στρατό, λυτούς και δεμένους επιστρατεύουν όχι για να μην πάνε παραμεθώριο, αλλά ούτε καν να κρατήσουν το όπλο (είναι αλλεργικοί στο μπαρούτι). Έχεις τ'αρχίδια να πας να σκοτωθείς σε ένα πόλεμο; Αν ναι, έχει καλώς. Αν όχι, πες ευχαριστώ στο Σημιτάκο που σε γλίτωσε και άφησε στην άκρη τους τσαμπουκάδες. Απλά πράγματα.


Καλή λοιπόν η μαγκιά, αλλά ο αληθινός μάγκας είναι αυτός που στηρίζει τα λεγόμενα του με πράξεις και είναι έτοιμος να υποστεί το οποιοδήποτε κόστος και την οποιαδήποτε θυσία προκείμενου να αποδείξει έμπρακτα ότι είναι μάγκας και όχι δάγκας. Σαν τον James Dean στο "Επαναστάτης δίχως αιτία" που πήγε να γκρεμοτσακιστεί με τη σεβρολέτα για να μην τον πουν "chicken".


Αν θέλουμε, διώχνουμε το ΔΝΤ αύριο το πρωί. Είναι τόσο απλό. Μαζευόμαστε 500.000-800.00 άτομα έξω από τη βουλή και απαιτούμε δημοψήφισμα. Οργανώνεται δε και μια Γενική Απεργία αλά Μαχάτμα Γκάντι όπου δεν θα κινείται ούτε σκύλος από άκρη σε άκρη της χώρας και τελείωσε η υπόθεση. Καμία κυβέρνηση δεν αντέχει στην λαϊκή βούληση, αρκεί όμως να είναι γνήσια, πηγαία βούληση όχι γιαλαντζί. Στο δε δημοψήφισμα στέλνουμε στο διαόλο το ΔΝΤ και τους καλοξυρισμένους τεχνοκράτες του και... τέλος καλό όλα καλά. Αλλά θέλουμε;


Δεν θα έβαζα το χέρι μου στη φωτιά.


Διότι πέρα από τους καφενειακούς λεονταρισμούς, όλοι τρέμουν ένα τέτοιο σενάριο, φοβούνται την επόμενη μέρα. Στο καφενείο λες ότι θέλεις, δίχως κόστος. Μπροστά στη κάλπη ενός δημοψηφίσματος θα σκεφθείς πιο πραγματιστικά. Ω, το αγέλαστο κρανίο της ανάγκης! "Έχω και κάτι καταθέσεις..τι θα γίνει αν..?" ή "Εντάξει, μας πετσόκοψαν τους μισθούς αλλά τουλάχιστον πληρωνόμαστε. Τι θα γίνει αν μας διαολοστείλουν επειδή δεν θα μπορούν να μας πληρώσουν ή αν μας πληρώνουν με εκατοσταχίλιαρα (δραχμές..);"."

Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2010

Αναδημοσίευση: Ψήφος Αντίστασης στη Μικρονοια

του Χρήστου Γιανναρά

Μοιάζει απίστευτο, αλλά το προεξοφλούν με σιγουριά οι δημοσκοπήσεις: Στις επερχόμενες εκλογές Τοπικής τάχα και Αυτοδιοίκησης, οι Ελλαδίτες ψηφοφόροι θα ψηφίσουν και πάλι, στην πλειονότητά τους, κομματικούς υποψηφίους.

Πώς να εξηγήσουμε την άρνηση της κρίσιμης για το εκλογικό αποτέλεσμα μάζας να αντιληφθεί την πραγματικότητα; Τα εγκλήματα των δύο κομμάτων που κυβέρνησαν τον τόπο τα τελευταία τριάντα έξι χρόνια είναι εξόφθαλμα, αποδεδειγμένα, ψηλαφητά: Κατασπατάλησαν το απίστευτο χρήμα που εισέρευσε στη χώρα (για πρώτη φορά στην κρατική μας ιστορία) και απέβλεπε να επιτευχθεί σύγκλιση της ελλαδικής με τις οικονομίες των χωρών της Ε.Ε. Ξέφρενη σπατάλη και επιπλέον απίστευτος, παρανοϊκός δανεισμός. Μοίραζαν τα κόμματα διορισμούς, επιδοτήσεις, ρουσφέτια, μπούκωναν τον υπόκοσμο των λακέδων και της καμαρίλας τους με αδιάντροπο πλούτο, ωμά, απροκάλυπτα, χυδαία. Πνίγοντας κυριολεκτικά τη χώρα στα χρέη.

Χωρίς να λύσουν, στα τριάντα έξι αυτά χρόνια, ούτε ένα πρόβλημα – το ασφαλιστικό, ας πούμε, ή το συγκοινωνιακό ή της μηχανοργάνωσης του κράτους (δεν συζητούμε για την παιδεία, την υγεία, την άμυνα, τη δικαιοσύνη). Το μόνο που τους ενδιέφερε, μα αποκλειστικά το μόνο, ήταν η επανεκλογή τους, η κραιπαλική ηδονή της εξουσίας. Τίποτε άλλο. Και όταν πια η καταστροφή ήταν αδύνατο να αναχαιτιστεί, ο ένας πρωθυπουργός το ’σκασε πανικόβλητος, δίχως ίχνος ντροπής ή αυτοσεβασμού. Και έσπευσε να αναλάβει ο μειονεκτικός σε επιγνώσεις αντίπαλος, για να αλωνίζει επί μήνες τα διεθνή κέντρα, απολαμβάνοντας τουριστικά το κελεπούρι της πρωθυπουργίας και διαφημίζοντας στους δανειστές της χώρας την αναξιοπιστία της και τη διαφθορά της.

Ποιος Έλληνας δεν βλέπει αυτά τα εξόφθαλμα, αποδεδειγμένα, ψηλαφητά δεδομένα; Κι όμως, όχι μόνο δεν κατεβαίνουμε στους δρόμους να διαδηλώσουμε οργή και αντίσταση, αλλά σπεύδουμε πειθήνια και ηλίθια να αμνηστεύσουμε, να κολακέψουμε, να επιβραβεύσουμε τους τυράννους μας, ψηφίζοντας τους εκλεκτούς των κομματικών συμφερόντων στην τάχα Αυτοδιοίκηση. Πού είναι λοιπόν το περιβόητο «φιλότιμο» του Έλληνα, η «περηφάνια» του, το «αδούλωτο φρόνημά» του; Ακόμα και την ψήφο του, το τελευταίο απομεινάρι διαφοράς από τον σκλάβο, τον ραγιά, την προσφέρει για να μετρήσουν οι διεφθαρμένες κομματικές συντεχνίες τις περιστασιακές μεταβολές στα ποσοστά της ισχύος τους.

Να κατεβούμε στους δρόμους μάς το έχει απαγορεύσει ο παλαιο-ημερολογητισμός του Περισσού: μονοπωλεί μεθοδικά κάθε δημόσια μαζική διαμαρτυρία, την «καπελώνει» αυθαίρετα, η κραυγή και οργή των πολιτών μετατρέπεται σε αθέλητη υποστήριξη της πιο υπάνθρωπης ολοκληρωτικής μονοτροπίας. «Δεν κοτάς ν’ αγγίξεις μιαν από τις αξίες που ικανοποιούν τα αισθήματά σου για κοινωνική δικαιοσύνη, έγραφε ο Ελύτης, και βρίσκεσαι να “κάνεις πορεία” μ’ έναν συρφετό ανθρώπων που δεν έχουν δική τους σκέψη, αλλά την περιμένουν από τον καθοδηγητή τους». Δεν μπορεί να υπάρξει σήμερα ακομμάτιστη πρωτοβουλία για μαζική πολιτική εκδήλωση, που να μην την ιδιοποιηθεί η μικρόνοια και ψυχανωμαλία των καπήλων της Αριστεράς.

Μας απομένει η ψήφος, για να συντηρούμε την ψευδαίσθηση ότι είμαστε πολίτες, ότι πολίτευμα της χώρας είναι η δημοκρατία. Ψευδαίσθηση, στάχτη στα μάτια, για να συνεχίζουν οι μαφιόζοι των κομματικών συντεχνιών να παίζουν με τη δική μας αφέλεια, την παιδαριώδη επιπολαιότητά μας. Τάχα ότι λειτουργούν πολιτικοί θεσμοί, τάχα ότι διαχειριζόμαστε τις τύχες και το μέλλον μας, καμαρωτοί στη σειρά για να βρεθούμε πίσω από το παραβάν, να αξιοποιήσουμε τα «δικαιώματα» του πολίτη! Μας παραμυθιάζουν οι ανίκανοι, ενώ το ξέρουμε, το βλέπουμε: Η δευτεράντζα της κομματοκρατίας, δήμαρχοι, νομάρχες, περιφερειάρχες τώρα ή ό,τι άλλο παραπληρωματικό, ούτε τις λακκούβες στους δρόμους ή τις αγέλες των αδέσποτων δεν είναι ικανοί να αντιμετωπίσουν. Τοποτηρητές είναι, ελάσσονες, των κομματικών συμφερόντων.

Βρίσκουν και τα κάνουν. Οι μάζες των ευνουχισμένων, των δίχως σκέψη και κρίση ψηφοφόρων, μοιάζει να μην έχουν καταλάβει πού έχουμε φτάσει και γιατί. Γιατί σε λούκι στερήσεων, φτώχειας, ανεργίας, εφιαλτικής αβεβαιότητας για το αύριο, γιατί πουθενά ελπίδα ανάκαμψης; Πώς βρέθηκε να είναι πρωθυπουργός ένα τόσο μειονεκτικό άτομο με τόσο κραυγαλέα υστερήματα, πώς γίνεται να έχουμε υπουργό Εξωτερικών και υπουργό Οικονομικών ανθρώπους πρωτόπειρους, πρωτοφανέρωτους στον δημόσιο βίο, σήμερα που διακυβεύεται η ίδια η ιστορική μας επιβίωση, η αξιοπιστία και η τιμή του ονόματός μας στον διεθνή στίβο; Δεν είχε τίποτε καλύτερο να επιστρατεύσει το κομματικό μας σύστημα στην κρίσιμη αυτή ώρα;

Όχι, δεν είχε, είναι φανερό. Η αξιωματική αντιπολίτευση είναι μια εξ ίσου θλιβερή και ευτελισμένη συναγωγή μετριοτήτων, σπιθαμιαία αναστήματα λιμασμένων για επιστροφή στην εξουσία, αναπολόγητων ακόμη για πράξεις απύθμενης φαυλότητας και διαφθοράς. Αυτά τα «κόμματα εξουσίας» δεν είναι πολιτικοί σχηματισμοί, είναι καρκινώματα στο κοινωνικό σώμα, εστίες μολυσματικές, απεργάζονται θάνατο. Όμως, η κρίσιμη εκλογική μάζα, ψηφοφόροι δίχως σκέψη και κρίση, τους εκλεκτούς αυτών των κομμάτων θα ψηφίσουν, δεν καταφέρνουν να συνδέσουν τον εφιάλτη που ζούμε με τα συγκεκριμένα εγκλήματα που τον προκάλεσαν και με τους αυτουργούς των εγκλημάτων.

Ο ευνουχισμός έχει συντελεστεί μεθοδικά, έντεχνα, «ανεπαισθήτως». Αν υπάρξουν ιστορικοί στο μέλλον με ενδιαφέρον για την περίπτωσή μας, το υλικό μελέτης του ευνουχισμού μας θα τους προσφερθεί άφθονο: Τα σχολικά βιβλία που τιτλοφορούνται «Η Γλώσσα μας», ο γκαιμπελικός προπαγανδισμός του ψυχωτικού «φιλαθλητισμού», του κρατικού τζόγου, ο επιχορηγούμενος κιτρινισμός και κρετινισμός των τηλεοπτικών καναλιών. Άκρως αποτελεσματικές πρακτικές εξηλιθίωσης της κρίσιμης εκλογικής μάζας.

Έτσι έχουν εξασφαλισμένη και αυτή τη φορά την επανεκλογή τους δήμαρχοι εξοργιστικής ανικανότητας, επιβαρυμένοι με εγκλήματα φαυλότητας σε προγενέστερες υπουργικές τους θητείες. Σίγουρη η επανεκλογή και νομαρχών που εκκρεμούν σε βάρος τους ποινικές διώξεις, θριαμβική η επικράτηση πληθώρας ασημαντοτήτων, ανθρώπων θλιβερού επιπέδου ικανοτήτων και καλλιέργειας, με μοναδικό προσόν το κομματικό χρίσμα.

Η «μαγιά» που αντιστέκεται στον εξανδραποδισμό λογαριάζει τους κομματικά κεχρισμένους, όποιοι κι αν είναι, σαν χολεριασμένους. Ακομμάτιστους υποψήφιους τους ψηφίζει. Όπου δεν υπάρχουν : λευκό ή αποχή.

Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2010

Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.

Έχει τονιστεί πολλάκις η αναποτελεσματικότητα των προτεινόμενων συνταγών του ΔΝΤ, κατά κοινή ομολογία σε όποια χώρα επισκέπτεται το ταμείο τα κάνει μαντάρα. Όντως, σφιχτή δημοσιονομική και νομισματική πολιτική σε χώρες που βρίσκονται σε ύφεση, φαντάζει παραλογισμός. Ουσιαστικά πρόκειται για την ίδια δέσμη εξαιρετικά αποτυχημένων πολιτικών που εφάρμοσε ο Herbert Hoover το 1929, υποβοηθώντας τη χώρα του και την παγκόσμια οικονομία στο να βυθιστούν στη μεγαλύτερη ύφεση όλων των εποχών.


Τι μπορεί να υποθέσει λοιπόν κανείς; Ηλιθιότητα νεοφιλελεύθερων δογματικών οικονομολόγων που αρνούνται να δεχθούν ότι οι θεωρίες τους και η πραγματικότητα είναι τσακωμένες ή φαυλότητα απατεώνων που εξυπηρετούν συμφέροντα τρίτων και διόλου δε νοιάζονται για τη δυστυχία των λαών;

Και αν ισχύει οτιδήποτε από τα δύο, γιατί τα έθνη συνεχίζουν να προσκαλούν τους εν λόγω ειδήμονες; Αν είναι διαλυθείς στα εξ ων συνετέθη, γιατί χρειάζεσαι τη βοήθεια κάποιου τρίτου; Να σε σπρώξει στο γκρεμό, επειδή εσύ φοβάσαι να πέσεις μόνος σου;

Κάπου εδώ δίνω το λόγο στον Paul Krugman παραθέτοντας ορισμένα αποσπάσματα από το βιβλίο του “The Return of Depression Economics”, σημειώνοντας ότι τα κείμενα που ακολουθούν αναφέρονται στην κρίση της Βραζιλίας που έλαβε χώρα το 1998:

So what did the program—intended, remember, for a country with a slowing economy and no inflation to speak of—involve? Higher taxes, reduced government spending, and a continuation of extremely high interest rates. In other words, the Brazilian government implemented extremely tight monetary and fiscal policies, which guaranteed that the country would experience a nasty recession in 1999.

Σίγουρος δρόμος λοιπόν για …nasty recession.

Why, sixty years after Keynes, would anybody think that it was a good idea to break so profoundly with the Keynesian compact? The answer lay in the perceived need to win market confidence at all costs. Investors believed that Brazil would have a disastrous crisis unless the deficit was quickly reduced, and they were surely right, because they themselves would generate that crisis. (And indeed they did, in January 1999.)

Εδώ είμαστε λοιπόν…η οικονομία ενδεχομένως να χρειάζεται το Κεϋνσιανο φάρμακο. Όμως οι αγορές έχουν διαφορετική άποψη …..

The point is that because speculative attacks can be selfjustifying, following an economic policy that makes sense in terms of the fundamentals is not enough to assure market confidence. In fact, the need to win that confidence can actually prevent a country from following otherwise sensible policies and force it to follow policies that would normally seem perverse.

Εδώ είμαστε λοιπόν…υπάρχουν λοιπόν “sensible policies” στη φαρέτρα μας, όμως όταν έχεις χάσει την αξιοπιστία σου, τότε απλώς δεν μπορείς να τις εφαρμόσεις.

The overriding objective of policy must therefore be to mollify market sentiment. But because crises can be selffulfilling, sound economic policy is not sufficient to gain market confidence—one must cater to the perceptions, the prejudices, the whims of the market. Or, rather, one must cater to what one hopes will be the perceptions of the market.

Και έτσι λοιπόν απλή, παραδοσιακή, υγιής μακροοικονομική πολιτική που μαθαίνουν οι φοιτητές στα πανεπιστήμια απλώς πετιέται στα σκουπίδια….

And that is how the Keynesian compact got broken: international economic policy ended up having very little to do with economics. It became an exercise in amateur psychology, in which the IMF and the Treasury Department tried to persuade countries to do things they hoped would be perceived by the market as favorable. No wonder the economics textbooks went right out the window as soon as the crisis hit.

Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα δηλαδή...